Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Οι διδαχές του Κεφάλα.

Μετρίου αναστήματος, με σώμα μυώδες και περπάτημα που θύμιζε κάτι από τα τσοπανόσκυλα της Πίνδου. Μαύρος, με λίγο καφετί στη μουσούδα και πάνω από τα πέλματα. Tο μεγάλο κεφάλι του τόσο χαρακτηριστικό που έμεινε στην ιστορία. Ήταν ο Κεφάλας, σκύλος αρχοντικός, αρχηγός όλων των σκύλων της πλατείας.


    

    Σπανίως τον άκουγες να γαυγίζει. Περπατούσε πάντα αργά και νωχελικά.Aν ποτέ τύχαινε να τον παρενοχλήσει κάποιος άλλος σκύλος αμφισβητώντας την κυριαρχία του, σταματούσε το αργό του περπάτημα και γύριζε να κοιτάξει την πηγή της φασαρίας, έπειτα το ίδιο αδιάφορα γύριζε το κεφάλι του μπροστά και συνέχιζε την πορεία του. Άλλωστε το μεγάλο του κεφάλι ήταν γεμάτο σημάδια από τσακωμούς. Λίγοι σκύλοι θα ήθελαν πραγματικά να αναμετρηθούν μαζί του, οι περισσότεροι αρκούνταν σε απειλές που συντρίβονταν στη σίγουρη ματιά του. Τις ελάχιστες φορές όμως που κάποιος τον προκαλούσε στ' αλήθεια η πλατεία Εξαρχείων ζούσε καταστάσεις που κανένας αττικάρχης δεν κατάφερε ως τώρα. Από όλα τα στενά ξεχύνονταν σκύλοι που έτρεχαν και γάυγιζαν αλλόφρονες, τα νέα διαδίδονταν εν ριπή οφθαλμού από Κάνιγγος μέχρι Νεάπολη και η πλατεία γέμιζε από παρατηρητές, με δύο ή τέσσερα πόδια, για τον καυγά μεταξύ των δύο διεκδικητών που ήδη λάμβανε χώρα. 

    Ο Κεφάλας δε χωράτευε, σε καμία απο τις περιπτώσεις που τον είδα να τσακώνεται δεν έχασε τη μάχη, όμως ποτέ του δεν τραυμάτισε σοβαρά κάποιο σκύλο. O τσακωμός δε διαρκούσε πολύ και μόλις η κυριαρχία του ήταν ξεκάθαρη το παιχνίδι σταματούσε. Δεν κρατούσε κακία, ήταν ο αρχηγός επειδή απλά είχε τη φυσική υπεροχή. Οι σκύλοι μάλιστα που τσακώνονταν μαζί του γίνονταν στη συνέχεια φίλοι του. Δεν ενδιαφερόταν για την εξουσία, απλά κέρδιζε το σεβασμό που του άξιζε. Ήταν ο κύριος της πλατείας.

    Στην πραγματικότητα δεν ήταν καβγατζής. Τον περισσότερο καιρό τον περνούσε βολτάροντας στην πλατεία. Όλοι τον κερνούσαν ένα μεζέ. Τον θυμάμαι να ξαπλώνει κάτω από το άγαλμα, με την πλάτη στο πλακόστρωτο, με όλα του τα άκρα σε έκταση, απολαμβάνοντας το φθινοπορινό ήλιο. Τίποτα δε χαλούσε την ηρεμία του. Τίποτα εκτός από το Νικολάκη το Διαστημίδη που όταν τύχαινε να τον βρεί σ’ αυτή την κατάσταση του πέταγε ψίχουλα στην κοιλιά και τα περιστέρια που μαζεύονταν του χαλούσαν τον ύπνο. Αγουροξυπνημένος κουνούσε κανένα πόδι ή την ουρά του για να διώξει τα πουλιά και όλη η πλατεία γελούσε με την αναισθησία του.

    Όταν η πολύωρη ξάπλα τον κούραζε ασχολιόταν με το χόμπι του, κυνηγούσε μόνος ή με παρέα αυτοκίνητα και μηχανάκια στη Σπύρου Τρικούπη. Βεβαίως όλοι στην πλατεία τον ήξεραν και αν τύχαινε να σε κυνηγήσει του φώναζες «Κεφάλα παράτα μας» και αυτός σου κουνούσε την ουρά του περιχαρής. Μάλιστα προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, πολύ συχνά σηκωνόταν στα πίσω του πόδια για να δεί αν ο οδηγός που επρόκειτο να κυνηγήσει ήταν γνωστός και έτσι γλίτωνε και από μάταιο τρέξιμο.

    Παραδόξως τα καλοκαίρια χανόταν από την πλατεία. Στην αρχή δεν το παρατήρησε κανείς αφού όλοι έλειπαν στην Ίο. Αργότερα, περνόντας τα χρόνια και με την κλιμακούμενη οικονομική στενότητα οι επισκέψεις στην Ίο περιορίστηκαν ή κόπηκαν από πολλούς και η πλατεία άρχισε να παρουσιάζει κάποια κινητικότητα και κατά τους θερινούς μήνες. Τότε ήταν που η απουσία του άρχισε να γίνεται αντιληπτή. Όλο το καλοκαίρι παρέμενε άφαντος και το γεγονός αποτελούσε μυστήριο το οποίο λύθηκε όταν τον πέτυχα μια μέρα εν μέσω ισχυρού καύσωνος κάπου κάτω από το Ζάππειο που περιπατούσα συνοδεία πιτσιρίκας. Παραθέριζε στον κήπο. Όλο το Αθηναϊκό καλοκαίρι την έβγαζε εκεί, ήταν το θερινό του ανάκτορο. Άφηνε το τσιμέντο της πλατείας και δροσιζόταν ανάμεσσα στα δέντρα και τις λιμνούλες. Ούτε λόγος για κυνηγητά και ενεργοβόρους χαβαλέδες.

    Μπορούσες να διακρίνεις μια ιδιαίτερη σοφία στο ζώο αυτό. Κάτι από την κουλτούρα του πεζοδρομίου συνδιασμένη άρρηκτα με το ένστικτο της επιβίωσης. Ήταν παιδί της πιάτσας. Τον θυμάμαι πολύ συχνά στα ζόρια. Δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για πολύχρωμα περιλαίμια, τίτλους και περιτές περιποιήσεις, δεν ανυσήχησε ποτέ για το φαγητό του, ήταν σίγουρος οτι κάτι θα βρεί. Ήταν αγαπητός σε όλους και απλά έπαιρνε αυτό που του άξιζε.

    Παίρνω κουράγιο κάθε φορά που σκέφτομαι τον Κεφάλα. Τι κι αν το μπλοκάκι μου έχει να γράψει έσοδα δύο χρόνια, τι κι αν είμαι άνεργος αυτή τη στιγμή. Ας πέφτουν τα χρηματιστήρια παγκοσμίως, ας καταρρέει το χρηματοπιστοτικό σύστημα, ας επιβάλλουν φόρους κι ας κλεβουν τα ταμία, εγώ θα βρίσκω τον τρόπο να επιβιώνω και να χαίρομαι τη ζωή μου.

    Το μόνο που με θλίβει είναι η φόλα που του ρίξανε. Ο Κεφάλας έφυγε από κοντά μας το καλοκαίρι των Ολυμπιακών Αγώνων. Όπως και να το κάνουμε το να ζείς ελεύθερος αποτελεί πρόκληση στα μάτια των κομπλεξικών-εθελούσια σκλαβωμένων, στα μάτια της λαίλαπας της φυλής των νοικοκυραίων.

Σκέφτομαι τον Κεφάλα στα ζόρια μου. Είμαι κι εγώ ένας σκύλος των Εξαρχείων.

(Δημοσιεύτηκε αρχικά στις 
24 ΟΚΤΩΒΡΊΟΥ 2008.
Το επαναδημοσιεύω με τον πρόσφατο χαμό ένός άλλου μύθου, πιο επώνυμου, αφιερώνοντάς το.

R.I.P. στο σύντροφο Λουκάνικο.

Καλή αντάμωση με τον Καραμανλή, το Σκάμπι, τον Όλαφ, τη Λίζα....)

Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2014

Περιμένοντας τους κανίβαλους

Προχθές επιστρέφοντας με το ποδήλατο από το μεσημεριανό μου μπάνιο στη θάλασσα το μάτι μου πήρε δύο αλλοδαπούς εργάτες οι οποίοι έβγαιναν από μια αγροτική αποθήκη κουβαλώντας σε μια βρώμικη κουβέρτα κάτι βαρύ και μακρόστενο. Το σχήμα του έμοιαζε με άνθρωπο και στρέφοντας το βλέμα μου προς το μέρος τους διαπίστωσα προς μεγάλη μου έκπληξη πως όντως επρόκειτο για άνθρωπο. Φυσικά σταμάτησα και μόλις διαπίστωσα πως ο άνθρωπος αυτός ζούσε ρώτησα τους συντρόφους του αν μπορούσα με κάποιο τρόπο να βοηθήσω.






Αφέντης πήρε ασθενοφόρο” μου αποκρίθηκε ο ένας από τους δύο. Λίγο πριν είχα δει να φεύγει από την αποθήκη ένα αυτοκίνητο οπότε υπέθεσα πως ήταν ο εργοδότης τους που πήγαινε να καλέσει βοήθεια. Κοίταξα τον ασθενή τον οποίο είχαν αποθέσει στο τσιμέντο δίπλα στο δρόμο και για προσκέφαλο του είχαν μια σακούλα με ρούχα και προσωπικά αντικείμενα. Ριγούσε ολόκληρος, είχε δυσκολία στην αναπνοή, κάθε τόσο έβγαζε ρόγχους εκτοξεύοντας από το στόμα του πηγμένο σάλιο ενώ δεν μπορούσε καθόλου να μιλήσει και η επικοινωνία του με το περιβάλλον ήταν περιορισμένη. Φοβήθηκα μήπως στο κατάλυμά του υπήρχαν αποθηκευμένα φυτοφάρμακα και είχε πάθει δηλητηρίαση. Ρώτησα ξανά τους εργάτες για να βεβαιωθώ αν όντως κάποιος είχε καλέσει τις πρώτες βοήθειες και αν μπορούσα εγώ με κάποιο άλλο τρόπο να τους βοηθήσω. Μου απάντησαν πως θα περίμεναν να έρθει το ασθενοφόρο και μη έχοντας μαζί μου ούτε τηλέφωνο τους αποχαιρέτησα και πήρα το δρόμο για το σπίτι μου.
Το σκεφτόμουν σε όλη τη διαδρομή. Έφτασα στο σπίτι κι αφού το σκέφτηκα λίγο ακόμα πήρα το αυτοκίνητο της φίλης μου και κινήθηκα προς το μέρος τους. Τους βρήκα να περιμένουν στο ίδιο σημείο και αφού κάλεσα το ΕΚΑΒ διαπίστωσα πως αυτό δεν είχε ειδοποιηθεί από κανέναν. Τους ενημέρωσα για την κατάσταση του ασθενή, με ρώτησαν την ηλικία του, αν ήταν αλλοδαπός και αν επρόκειτο για περιστατικό μέθης. Οι σύντροφοι του ασθενή μου δήλωσαν πως ήταν Ρουμάνος, πενηνταεπτά ετών και πως αντιμετώπιζε χρόνιο αναπνευστικό πρόβλημα. Ήταν παραπάνω από προφανές πως ο άνθρωπος χρειαζόταν βοήθεια άμεσα και η κοπέλα από το τηλεφωνικό κέντρο αφού μου είπε πως το ασθενοφόρο θα ξεκινούσε σε μισή ώρα από τον Πύργο, που απέχει περίπου σαράντα χιλιόμετρα, με συμβούλεψε, αν αυτό ήταν δυνατό, να βρω ένα τρόπο να τον μεταφέρω στον κοντινότερο γιατρό. Αυτό ακριβώς έκανα. Έριξα τα πίσω καθίσματα, φορτώσαμε τον ασθενή στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε για τα Λεχαινά. Ήταν όμως ήδη μεσημέρι και γιατρό δεν κατάφερα να βρω. Το αγροτικό ιατρείο, που απασχολείται αποκλειστικά με τη θεώρηση συνταγών, ήταν κλειστό ενώ το περίφημο πολυδύναμο περιφεριακό ιατρείο δεν έχει λειτουργήσει ποτέ. Δεν είχα τη δυνατότητα να τον μεταφέρω στο κέντρο υγείας της Γαστούνης μιας και κατάστασή του δεν το επέτρεπε οπότε κάλεσα και πάλι το ΕΚΑΒ. Με ενημέρωσαν πως θα έστελναν ασθενοφόρο να παραλάβει τον ασθενή. Τους άφησα στην πλατεία και έφυγα.
Σκεφτόμουν το περιστατικό για ώρες. Το συζήτησα μ' ένα θείο μου που ζει μόνιμα στο Παρίσι, πολύ φιλικά μου είπε πως καλά θα έκανα να μην μπλέκω. Πως αυτοί πίνουνε και από το ποτό έχουν προβλήματα υγείας. Πως κι ο ίδιος είχε βοηθήσει ανθρώπους στο παρελθόν οι οποίοι στο τέλος κινήθηκαν εναντίον του. Πως ο κόσμος έχει γίνει σκληρός και φοβάται ν' ανοίξει την πόρτα του. Χτες στο ταμείο του σούπερ μάρκετ συνάντησα ένα συνδημότη μου. “Σε είδα που έκανες τον καλό Σαμαρείτη αλλά εγώ τον είδα το Ρουμάνο, ήταν μεθυσμένος”. Μετά άρχισε να μου λέει ότι στην Αμερική όποιος πάει σε νοσοκομείο και δεν έχει λεφτά πετιέται στο δρόμο. Λες και είχε πάει στην Αμερική και ήξερε. Δε διαφώνησα μαζί του, δεν είχε κανένα νόημα να το κάνω.
Το όνομα του Ρουμάνου δεν το έμαθα. Ούτε αν πίνει ξέρω, ούτε τι έκανε στη ζωή του, πέρα από το ότι ήταν πενηνταεπτά χρονών, κατοικούσε σε μια ετοιμόρροπη αγροικία και είχε χρόνιο πρόβλημα στο αναπνευστικό. Ούτε αν ζει σήμερα κατάφερα ακόμα να μάθω. Με πειράζει που ένας ολόκληρος νομός εξυπηρετείται από τρία ασθενοφόρα, τα δύο εκ των οποίων όπως πληροφορήθηκα πραγματοποιούν αποκλειστικά διακομιδές ασθενών στο νοσοκομείο της Πάτρας, για τις οποίες ούτε λίγο ούτε πολύ χρειάζεται πολιτικό μέσο, μιας και στο νοσοκομείο του Πύργου όποιος μπαίνει δεν ξαναβγαίνει. Με πειράζει που στη χώρα μου άνθρωποι ζουν σε τέτοιες συνθήκες. Πιο πολύ απ' όλα όμως με πειράζει ο φαρισαϊσμός. Το να εγκαταλείπεις έναν άνθρωπο που χρειάζεται βοήθεια είναι προσωπική επιλογή και ως τέτοια δε την κρίνω. Δικαιολογίες υπάρχουν άπειρες, επειδή φοβάσαι, επειδή μυρίζει άσχημα, επειδή είναι ρακένδυτος, επειδή θέλεις να πιστεύεις ότι δεν το αξίζει. Το να κρίνεις όμως αυτόν που επιλέγει να βοηθήσει για να καλύψεις την ανεπάρκειά σου είναι εξοργιστικό. Το να εγκαταλείπεις κάποιον λέγοντάς του ότι κάλεσες βοήθεια ενώ δεν το έκανες είναι εξωφρενικό. Και όταν η αδιαφορία γίνεται άποψη τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά.
Δεν είμαι καλός χριστιανός, δεν πηγαίνω ποτέ στην εκλησία, μερικές φορές τρώω κρέας τη μεγάλη Παρασκευή. Δε ζήτησα από κανέναν βοήθεια για να μεταφέρω τον ασθενή, ούτε ζήτησα το λόγο απ' όσους με κοιτούσαν σαν εξωγήινο όταν το έκανα. Και δε με τρομάζουν οι φασίστες σε καμία βουλή, με τρομάζουν οι κανίβαλοι που είναι κρυμένοι πίσω από την αδιαφορία.

Ένα τσιγάρο δρόμο από τη Μανωλάδα
Θέμης Αγγελόπουλος




Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014

Η πόρτα

Πριν από λίγα χρόνια άφησα την πολυαγαπημένη μου γειτονιά, τα Εξάρχεια, και σε αναζήτηση φθηνότερης γης βρέθηκα στην πλατεία Βικτωρίας. Οι περισσότεροι με ρωτούν πως μπορώ να ζω σε μια περιοχή με τόση εγκληματικότητα. 

Η αλήθεια είναι πως υπάρχει μια σχετική αναμπουμπούλα στην περιοχή. Αυτό που εκτιμώ περισσότερο όμως στους νέους μου γείτονές είναι το γεγονός ότι οι περισσότεροι ασχολούνται με σημαντικά θέματα και κυρίως με την επιβίωσή τους. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν να αντιμετωπίσουν πραγματικά προβλήματα της σκληρής καθημερινότητας. Δεν υπάρχει χρόνος για μικροαστικές ανησυχίες σχετικά με καμένες λάμπες σε κοινόχρηστους χώρους, ανελκυστήρες και μακρόσυρτες συνελεύσεις.


Η νέα μου γειτονιά βρίθει από μετανάστες. Πακιστανοί, Κινέζοι αλλά κυρίως πρώην σοβιετικοί πολίτες. Είναι πιθανότερο να ακούσεις να μιλούν Ρώσικα στο δρόμο παρά Ελληνικά, όπως είναι πιθανότερο να ακούσεις Ισπανικά σε κάποιες γειτονιές της Νέας Υόρκης. Στα πανταχού παρόντα καταστήματα ψιλικών και τροφίμων μπορείς να βρεις υπέροχες βότκες, αλλαντικά και υψηλής ποιότητας τσάι. 

Η περιοχή βεβαίως είναι περισσότερο γνωστή για τα μπουρδέλα της παρά για τις βότκες. Όλες τις μέρες και ώρες αλλά κυρίως Κυριακές και λοιπές αργίες μπορείς να παρατηρήσεις ένα πλήθος ανθρώπων όλων των ηλικιών να περιφέρονται στους δρόμους με τα φαναράκια. Παρέες νεαρών, αλλοδαπών η ιθαγενών να μπαινοβγαίνουν καλαμπουρίζοντας στα "σπίτια" τσεκάροντας το περιεχόμενο πριν αποφασίσουν. Κατασταλαγμένοι μεγαλύτεροι οι οποίοι ενώ περπατούν αδιάφορα χάνονται από το πεζοδρόμιο σα να τους ρούφηξε κάποιο κενό του χώρου, πίσω από κάποια σκουριασμένη καγκελόπορτα, μέσα στα σκαλοπάτια κάποιου υπογείου, στο διάδρομο της εισόδου κάποιας μισογκρεμισμένης μονοκατοικίας. Άλλοι περιποιημένοι, άλλοι με τα ρούχα της δουλειάς, άλλοι αμέριμνοι, άλλοι ντρεπόμενοι, μια λαϊκή αγορά αγοραίου έρωτα. Προσωπικά δε μου αρέσει η λογική του μπουρδέλου, απολαμβάνω όλη τη διαδικασία στο σεξ, το πριν, το μετά. Θεωρώ πως κάθε λεπτομέρεια έχει τη δική της σημασία και ο χρόνος αποκτά μια αξία διαφορετική. Στα χρόνια βεβαίως της διαμονής μου στην περιοχή μπορώ να πω πως αισθάνομαι μειονότητα.


Την εποχή που πρωτοήρθα στην Αθήνα έμεινα στην περιοχή της Κυψέλης, λίγο πιο πάνω από το θέατρο "Κάπα". Στον όροφό μου έμενε και κάποιος μικροαστός που στο κουδούνι του αναγραφόταν το όνομά του και ο "τίτλος" του, " Υπάλληλος υπουργείου οικονομικών". Μετρίου αναστήματος, με γένια, ανοικτό πουκάμισο, τρίχα ευδιάκριτη, χρυσή καδένα, μπάκα, κομπολόι, σκαρπίνι, μαγκιά, κλανιά και αδιακρισία. Στην πολυκατοικία δεν υπήρχε διαχειριστής, το ρόλο αυτό είχε αναλάβει κάποια ιδιωτική εταιρία. Ο απίστευτος αυτός τύπος είχε αυτοανακηρυχτεί σε διαχειριστή και δημιουργούσε διάφορα προβλήματα. Διαμαρτυρόταν συνέχεια με αφορμή τον παραμικρό θόρυβο, άνοιγε την αλληλογραφία των άλλων και ανήγαγε σε θέμα μείζονος εθνικής σημασίας τις καμένες λάμπες στους διαδρόμους. Γενικώς τον είχα πάρει με το καλό και δεν είχα πολλά πολλά μαζί του. Κάποια μέρα ήθελε να μπει με το ζόρι στο σπίτι μου με τη δικαιολογία πως ήθελε να εξαερώσει τα σώματα του καλοριφέρ. Έπρεπε να τεθούν κάποια όρια πράγμα που δεν του άρεσε. Δεν άργησε να απαντήσει. 
Ήταν απογευματάκι και ξυριζόμουν στο μπάνιο. Είχα βάλει ένα δισκάκι με τραγούδια του Πανούση, δώρο από περιοδικό. Συμπτωματικά έπαιζε την "Ανακωχή μεταξύ των ενοίκων". Σιγοτραγουδούσα και ξυριζόμουν. Χτύπησε το κουδούνι. Ήμουν σίγουρος πως ήταν ο μαλάκας.
Άνοιξα με τους αφρούς στο πρόσωπο και αντίκρισα το θέαμα. Από τη μέση και πάνω το πουκάμισο με την τρίχα και την καδένα ως αναπόσπαστο κόμάτι ταυτότητας, από τη μέση και κάτω πυτζάμα και πασούμι, (φαντάζομαι επίσης αναπόσπαστα). 

- Παρακαλώ.
- Μ' ενοχλείς. 
Παύση.
-Κι εσύ μ' ενοχλείς. 
- Εγώ? Τι σ' ενοχλεί?
 
- Η καδένα σου.

Η απάντηση που έλαβε ήταν κάτι που δε μπορούσε να φανταστεί. Μπλόκαρε, συγχύστηκε και έσπευσε να τρυπώσει στη φωλιά του μουρμουρίζοντας "Ας είχες κι εσύ καδένα".

Οι νέοι μου γείτονες δεν ασχολούνται με τέτοια θέματα, ο λόγος είναι πολύ απλός. Τη στιγμή που στη γειτονιά σου πέφτουν πυροβολισμοί και κυνηγητά με περιπολικά δεν υπάρχει χρόνος να σκέφτεσαι τα κοινόχρηστα.

 "Αργία μήτηρ πάσης κακίας".

Τουλάχιστον έτσι πίστευα μέχρι τώρα μιας και τα γεγονότα ήρθαν να με διαψεύσουν.
Μόλις επέστρεψα από την ολιγοήμερη απουσία μου των ημερών της πρωτοχρονιάς και των απεχθών χριστουγέννων, οι ιθαγενείς γείτονές μου φαίνονταν αναστατωμένοι και αγανακτισμένοι. Είχε παρουσιαστεί στην πολυκατοικία κρούσμα απόπειρας διάρρηξης. Οι επίδοξοι ληστές βεβαίως δεν κατάφεραν να παραβιάσουν την πόρτα ασφαλείας του διαμερίσματος , τα σημάδια της απόπειρας όμως φαίνονταν ξεκάθαρα στα πρόσωπα των ημεδαπών γειτόνων μου. Μου περιέγραψαν με πάθος και επιχειρήματα τα συναισθήματά τους και εκεί που όλοι περίμεναν να τους εκφράσω συμπαράσταση εγώ παρέμεινα ψύχραιμος. Τους εξήγησα πως δεν είχα κανένα λόγο να ανησυχώ μιας και τα πιο πολύτιμα πράγματα στο σπίτι μου είναι ταινίες και βιβλία. Για να πω την αλήθεια αν κάποιος μπει στο σπίτι μου και τα κλέψει θα στεναχωρηθώ βεβαίως για την απώλεια του αρχείου μου, αλλά θα με γεμίσει αισιοδοξία το γεγονός πως κάποιος στη χώρα αποφάσισε να κλέψει βιβλία.

Η αντίδραση βεβαίως δεν άργησε να έρθει. Η αυτοκρατορία των μικροαστών συσπειρώθηκε και αντεπιτέθηκε. Εφαρμόστηκε δρακόντειο μέτρο δι αποφάσεως της διαχείρισης να κλειδώνει η κεντρική πόρτα μετά τις δέκα το βράδυ. Το μέτρο αυτό το έχω συναντήσει σε πολλές πολυκατοικίες και πραγματικά δεν κατάλαβα ποτέ την πρακτική του αξία. Σε τι μπορεί δηλαδή να δυσκολέψει ένα διαρρήκτη μια φθηνή και λειωμένη από τη χρήση κλειδαριά, πάνω σε μια σάπια από τη σκουριά πόρτα, τη στιγμή που αυτός πρόκειται αμέσως μετά να ανοίξει μια θωρακισμένη πόρτα ασφαλείας μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Αντιθέτως πρόκειται για μέτρο λίαν εκνευριστικό αφού πρέπει σε κάθε περίπτωση να αφήνεις τη θέρμη του οίκου σου και να κατεβαίνεις στην εξώπορτα για "αναγνώριση".
-Αλτ!! Τις ει?
-Η διαχειρίστρια. 
-Προχώρει ο εφοδεύων.


Πρέπει μάλλον να είναι της μόδας να είσαι "αγανακτισμένος πολίτης". Αγανακτισμένος για τους μετανάστες, την εγκληματικότητα, τις τιμές στα σούπερ μάρκετ και τις λαϊκές αγορές, τις ουρές στις εφορίες την τελευταία μέρα λήξης προθεσμίας για τα τέλη κυκλοφορίας, αγανακτισμένος επειδή δεν κάνει κρύο το Γενάρη, αγανακτισμένος επειδή χιονίζει το Φλεβάρη. Κάθε τι εκφράζεται με αγανάκτιση. Κάθε απορία, κάθε δυσκολία. Όλοι τα βρίσκουν σκούρα με την πρώτη ευκαιρία, ψηφίζουν όμως χωρίς κανένα δισταγμό, φόβο ή αγανάκτιση νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις.

Αγανάκτηση και φόβος. Μια ολόκληρη κοινωνία που φοβάται τη σκιά της. Έσπευσαν οι γείτονές μου αγανακτισμένοι να εκφράσουν το φόβο τους, κλειδώθηκαν στα σπίτια τους. Αφού σιχτίρισα μερικές φορές επειδή χρειάστηκε να παραλάβω την παραγγελία μου, να υποδεχτώ ή να ξεπροβοδίσω τους επισκέπτες μου στην είσοδο της πολυκατοικίας, διαπίστωσα με χαρά πως το μέτρο δεν εφαρμοζόταν με ευλάβεια. Είπαμε, στην πολυκατοικία δεν είχε μόνο έλληνες. Ίσως τελικά οι άνθρωποι της φυλής μας να είναι καλύτεροι όταν αισθάνονται μειονότητα, ακόμα και μέσα στην πολυκατοικία τους. 
Ένα επόμενο βράδυ όμως επιστρέφοντας στο σπίτι διαπίστωσα μια σατανική μετατροπή στην κλειδαριά. Είχαν τοποθετήσει ένα νέο μηχανισμό ο οποίος απελευθερώνει το κλειδί μόνο στη θέση που η κλειδαριά είναι κλειδωμένη. Ένας σατανικός μηχανισμός που σε υποχρεώνει να κλειδώσεις την πόρτα σου είτε το θέλεις είτε όχι.
Κάθε τέλεια σχεδιασμένος μηχανισμός όμως έχει και το σφάλμα του. Δεν αποκλείεται για παράδειγμα το ενδεχόμενο να είναι μεν η κλειδαριά κλειδωμένη απελευθερώνοντας το κλειδί και η πόρτα ορθάνοικτη χωρίς καμία ελπίδα να κλείσει. Νομίζω πως μια κλειδωμένη-ανοικτή πόρτα θα μπορούσε να αποτελεί σύμβολο ελευθερίας και δημοκρατίας, σύμβολο αντίστασης στον εντατικά καλλιεργούμενο φόβο.
Όλα αυτά μου θυμίζουν το παραμύθι με το βασιλιά που έχτισε ένα κάστρο με τεράστιους τοίχους χωρίς παράθυρα και πόρτες και κλείστηκε μέσα επειδή φοβόταν το θάνατο. Κάποιος του είπε πως μέσα σε μια τέτοια κατασκευή θα ήταν ασφαλής αφού ο θάνατος δε θα μπορούσε να μπει και έτσι ο βασιλιάς θα ζούσε αιώνια. Βεβαίως από τη στιγμή που ο βασιλιάς εντοιχίστηκε κανείς δεν μπορούσε να ακούσει τις εκκλήσεις του για βοήθεια και κανείς δεν έμαθε αν πέθανε από ασφυξία ή πείνα. Το μόνο σίγουρο είναι πως ο σύμβουλός του πήρε τη θέση του στο θρόνο.

ΣΣ. Δημοσιεύτηκε αρχικά στο άλλο μου μπλόγκ Brazilastateofmind στις 14/2/2009

Χαρούμενο πρωινό ξύπνημα

The early bird catches the worm όπως λέει και μια Αγγλοσαξονική παροιμία, όμως εγώ αυτά δε τα χαύτω. Ξυπνάω μετά τις 11 και σε κάθε περίπτωση σκουλίκια δεν πρόκειται να φάω ο κόσμος να έρθει ανάποδα.

Έρευνα Αμερικανικού πανεπιστημίου που πραγματοποιήθηκε σε μεγάλο δείγμα, περιλαμβάνοντας διάφορες φυλετικές, κοινωνικές ομάδες και γονιδιώματα κατέληξε στο συμπέρασμα οτι μόνο το 20% του γενικού πληθισμού είναι πρωινοί τύποι. Ένα 40% ενεργοποιείται μετά τις έντεκα το πρωί και το υπόλοιπο 40% μετά το μεσημέρι.
Είναι φοβεροί αυτοί οι Αμερικάνοι, ξοδεύουν απίστευτα χρηματικά ποσά και αμέτρητες ώρες εξειδικευμένης επιστημονικής εργασίας για να καταλήξουν στο αυτονόητο.
Όμως, όσο αυτονόητο κι αν φαίνεται το πόρισμα στη συντριπτική πλειοψηφία του γενικού πληθισμού αποτελεί κοινωνικώς αποδεκτή πεποίθηση οτι το να σηκώνεσαι απ' τ' άγρια χαράματα να πας για δουλειά είναι παραγωγικό ενώ οποιαδήποτε εναλλακτική είναι ένδειξη οκνηρίας.

 Όσο όμως κι αν υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα στην παραγωγικότητα φωνάζοντας "ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΠΡΩΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ", είμαστε υποχρεωμένοι να ξυπνήσουμε πρωί για να πάμε στο σχολείο, την πρωινή αναφορά και αργότερα την εφορία, ανεξαρτήτως του επαγγέλματος ή του ωραρίου που επιλέγουμε.
Στην πραγματικότητα τέτοιου είδους αντιλήψεις παγιώθηκαν κατά τη βιομηχανική επανάσταση και τις ανάγκες της φάμπρικας. Το ωράριο καθορίστηκε από το φως της ημέρας, οι "παραγωγικές δυνάμεις" της εποχής δούλευαν "ήλιο με ήλιο" και τα πράγματα συνεχίστηκαν έτσι ως τις μέρες μας.
Οι κυβερνήσεις φεύγουνε, μα η αγάπη μένει όπως λέει κι ο Ρασούλης και στην προκειμένη περίπτωση η αγάπη που δείχνουν οι "παραγωγικές δυνάμεις" για τη μη αλλαγή. Κατά μιαν άλλη Αγγλοσαξονική παροιμία "ο διάολος που ξέρεις είναι καλύτερος από το διάολο που δεν ξέρεις". Δηλαδή σε ελεύθερη μετάφραση κάτσε στ' αυγά σου γιατί αμα θέλεις αλλαγές θα έρθει ο μπαμπούλας. Εγώ αντιπαραθέτω το σύνθημα, " Αφού δουλεύεις για να ζεις, γιατί σκοτώνεσαι στη δουλειά"?

Έτσι καταλήγουμε στις "ώρες αιχμής" που οι δρόμοι γεμίζουν αυτοκίνητα μιας και όλοι ξυπνάνε την ίδια ώρα. Το σκηνικό επαναλλαμβάνεται μετά το μεσημέρι μιάς και όλοι ακολουθούν το ίδιο ωράριο και κορυφώνεται Κυριακάς εορτάς και αργίας για τους ίδιους λόγους. Οι εθνικές οδοί πήζουν Παρασκευή απόγευμα, τα μαγαζιά γεμίζουν ασφυκτικά το Σάββατο το βράδυ, οι παραλίες το δεκαπενταύγουστο. Όλοι μαζί σκοτώνονται στους δρόμους Πάσχα και Χριστούγεννα και τα διευθυντικά στελέχη κάνουν διακοπές το Σεπτέβρη. Φτάχνουμε τεράστιους δρόμους που χρησιμοποιούνται υπερεντατικά τις εξήντα από τις τριακόσιες εξήντα μέρες του χρόνου, λεοφόρους που χρησιμοποιούνται τέσσερις από τις εικοσιτέσερις ώρες της ημέρας ενώ μένουν άδειες το υπόλοιπο διάστημα. Με απλά λόγια το μοντέλο έχει πλέον τεράστια διαφυγόντα κέρδη, πρωτίστως για εμάς τους ίδιους και δεν αφορά μόνο τις μετακινήσεις μας αλλά τη ζωή μας την ίδια. (Διαφυγόντα ελεύθερο χρόνο θα έλεγε ο Λαφράνγκ).

Θυμάμαι τη μοναδική φορά που έκανα πρωινό ωράριο στη ζωή μου, οκτώ με τέσσερις. Δεν έφευγα ποτέ πριν τις έξι το απόγευμα λόγω "φόρτου εργασίας". Το αστείο ήταν οτι από τις οκτω μέχρι τις δέκα δεν είχα ποτέ δουλειά. Κανείς δεν είχε δουλειά μιάς και όλοι έρχονταν με την τσίμπλα στο μάτι και πίνανε καφέ για να ξυπνήσουν. Όταν ο διευθυντής μου έκανε αύξηση τριάντα ευρώ το μήνα για τις υπερωρίες μου αποφάσισα να μην ξαναπάω στην ώρα μου. Πήγαινα πάντα μετά τις εννιά και πριν τις δέκα. Κάποια στιγμή με κάλεσε στο γραφείο του να με επιπλήξει για την "κατ' εξακολούθηση καθυστέρησή μου". Φυσικά παρέλειψε να αναφερθεί στην κατ' εξακολούθηση καθυστερημένη αναχώρησή μου ή την προσβλητική αύξηση που μου είχε δώσει. Ο διάλογος έγινε κάπως έτσι

- Τι ώρα είν' αυτή νεαρέ?
- Δέκα παρά τέταρτο.
- Τι ώρα πρέπει να έρχεσαι κανονικά?
- Οκτώ.
- Και γιατί καθυστερείς επανηλημένως.
- Έχω πρόβλημα κύριε διευθυντά, δε μπορώ να ξυπνήσω το πρωί. Από μικρό παιδάκι. Απ' όταν πήγαινα σχολείο.
Φούντωσε, άναψε και άρχισε να φωνάζει 
-Στο σχολείο δε σε πληρώνανε για να πηγαίνεις. Εδώ πληρώνεσαι και πρέπει να 'ρχεσαι στην ώρα σου.

Δεν υπήρχε κανένας λόγος διαπραγμάτευσης. Ο συγκεκριμένος διευθυντής αντί να φωνάζει θα μπορούσε απλά να μεταθέσει το ωράριό μου κατά δύο ώρες και να κρατήσει το ποσό της αύξησής που μου έκανε για το ταμείο της πολυαγαπημένης του εταιρίας. (Με την οποία διατηρούσε και ο ίδιος "σχέση μισθωτής εργασίας").
Αντ' αυτού η συμπεριφορά του τον οδήγησε σε σοβαρό κλονισμό της υγείας του κι εμένα στη δουλειά που πάντα ονειρευόμουν.

ΥΓ. 1 Ένας από τους λόγους που επέλεξα να γίνω ηθοποιός ήταν για να μην ξυπνάω το πρωί. Ήταν πολύ αστείο όταν στα γυρίσματα της σειράς "Λούφα και παραλλαγή" έπρεπε να κάνουμε τις σκηνές της πρωινής αναφοράς με το πρώτο φως της ημέρας. Ας ήταν.
Αν είναι να πρέπει να ξυπνήσω πρωί για να κριτικάρω την "ακλόνητη" πεποίθηση περί πρωινού ξυπνήματος κομμάτια να γίνει..

ΥΓ.2 Θέλω να προσθέσω οτι πραγματικά συμπαθούσα τον παλιό διευθυντή μου.
Ήταν καλός άνθρωπος. Μάλιστα δε με απέλυσε ποτέ, παρ' όλη την "ειλικρίνειά" μου. Τον θυμάμαι με πολύ συμπάθεια. Λυπάμαι πραγματικά που η πίστη του στο σύστημα του προκάλεσε τόσο άγχος και τόση φθορά.

ΣΣ. Δημοσιεύτηκε αρχικά στο άλλο μου μπλόγκ Brazilastateofmind στις 23/3/2010.

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

«Δημοκρατία» ή Κατοχή ?


ΕΧΟΥΜΕ «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» Ή Κ Α Τ Ο Χ Η, κυρ-ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑ ΜΟΥ; 
(ΣΙΓΑ ΜΗΝ ΑΠΑΝΤΟΥΣΕΣ..)





Να πούμε τώρα και καμμιάν αλήθεια;
Ποιοι "σας κρατάνε" από τα ένοχα μυστικά σας?
(Κρατήστε τη μύτη σας, καλού-κακού, 
όσοι συνεχίσετε το διάβασμα...)


Περί ανέμων και υδάτων, οι απαντήσεις του "αφεντικού του ΚΚΕ", στην πρόσφατη εκπομπή enikos, του Χατζηνικολάου, γεμάτες με τα παιδαριώδη «τι θέλουμε» χωρίς να υπάρχουν απαντήσεις για το «πώς θα μπορέσουμε το κάνουμε»... Κύριος άξονας, ο μαξιμαλιστικός στόχος «εδώ και τώρα, έξω από Ευρώπη και ευρό» (συμφωνώ απόλυτα, αλλά υπό προϋποθέσεις) που δίνει στους απελπισμένους αυτό που θα θελαν να ακούσουν για να γλυκάνει ο πόνος τους. Κάτι, δηλαδή, σαν τον παράδεισο που τάζουν στους καταπιεσμένους (προκειμένου να βρίσκονται σε καταστολή) οι γραμματείς και φαρισαίοι κάποιων «ηγεμονικών» θρησκειών... 
Ώσπου, λίγο πριν το τέλος της εκπομπής, μια παριστάμενη έθεσε το Κύριο Ερώτημα:
Ένα ερώτημα που θα έπρεπε να απαντήσει όχι μόνο ο Κουτσούμπας αλλά ΌΛΟΙ οι τσοπαναραίοι, από όλες τις στρούγγες που διεκδικούν -καθεμιά για πάρτη της- την πίτα από το κοπάδι όταν οδεύει κατά Κάλπη μεριά...
«Πιστεύετε ή όχι, κύριε Κουτσούμπα, ότι η χώρα βρίσκεται υπό καθεστώς Κατοχής; Αν ναι, γιατί αρκείστε σε τυπικές διαμαρτυρίες και παρελάσεις του ΠΑΜΕ και δεν κάνετε κάτι πιο ουσιαστικό για την ανατροπή του συστήματος;»
Όχι, δεν απάντησε... Αρκέστηκε να ψελλίσει ότι οι κινητοποιήσεις του ΠΑΜΕ δεν είναι «παρελάσεις». Και να βγάλει ένα λογύδριο για το πόσο πιο «συνεπείς στον αγώνα» είναι οι άνθρωποι του ΠΑΜΕ σε σχέση με τους καθεστωτικούς συνδικαλιστές της ΓΣΕΕ...
Άρα, κατά τον Κουτσούμπα, η χώρα ΔΕΝ βρίσκεται υπό καθεστώς Κατοχής! (Μάλλον ως «κακοδιακυβέρνηση» θα πρέπει να αποκαλούμε το εξαναγκασμένο ξεπούλημα της χώρας μας... Και κάπου εδώ, γελάμε ή κλαίμε, κατά βούληση...)
Κατά τη γνώμη μου, η ερώτηση αυτή που έγινε στον Κουτσούμπα είχε ένα έντονο συγκινησιακό υπόβαθρο, αλλά κατά βάθος ήταν αφελής. Έτσι κι αλλιώς, η μεθοδευμένη συμπεριφορά του ΚΚΕ (πολύ πριν από το Μνημόνιο, μέχρι και σήμερα) καταδεικνύει ολοφάνερα τη γραμμή ενός κόμματος που δεν κάνει «απελευθερωτικό αγώνα» αλλά, απλώς, ενίσταται «για τον τρόπο διακυβέρνησης από την ελίτ». (Και διεκδικεί, φυσικά, ένα καλύτερο εκλογικό αποτέλεσμα για την πάρτη του). Κι όλα αυτά, τη στιγμή που κι ο τελευταίος (στοιχειωδώς νοήμων) ψηφοφόρος του ΚΚΕ δεν ξενίζεται με τη φράση «προτεκτοράτο για πλιατσικολόγημα και υφαρπαγή»..
Τι θα θελα να ρωτήσω, εγώ, τον Κουτσούμπα; 
Η σωστή ερώτηση -κατά την γνώμη μου- θα ήταν:
«Ποιοι σας κρατάνε, με ποια ένοχα μυστικά ΣΑΣ και αρκείστε στην «συναινετική-θεατρική διαμαρτυρία» αντί να μπείτε στην πρώτη γραμμή για την Ανατροπή?
Δεν θα απαντούσε. Επειδή η πικρή αλήθεια είναι ότι ΟΛΟΙ «κρατάνε» ΟΛΟΥΣ! Κάτι σαν τις πρωκτικές προτιμήσεις των μεγαλοπαπάδων που τους εξαναγκάζουν σε αμοιβαίες ενοχές και συνενοχές, μεταξύ τους: Έτσι συμβαίνει και με τα κώματα – μη εξαιρουμένου του ΚΚΕ, φυσικά... Οπότε, μην τρέφετε αυταπάτες: Κανένα δεν θα τολμήσει να κάνει «εθνικό αγώνα», από φόβο μην οι μυστικές υπηρεσίες άλλων χωρών διατάξουν ΟΛΑ τα υπόλοιπα (και τα ελεγχόμενα ΜΜΕ τους) να ανοίξουν τον οχετό των δύσοσμων αποκαλύψεων...
Πότε ξεκίνησαν όλα αυτά; Ας πάμε λίγο πίσω, χρονικά, να δούμε μια κομβική στιγμή όπου ο εγχώριος κοινοβουλευτισμός απώλεσε και τον τελευταίο φερετζέ αξιοπιστίας. Τότε ήταν, άλλωστε, που ξεκίνησαν να μπαίνουν και οι ρίζες για την Κατοχή που είχε σχεδιαστεί σε βάρος της χώρας μας...
(Αντιγράφω από σχετικό άρθρο του Καραμπελιά)...
«....Ο Περικλής Κοροβέσης, μιλώντας στις 18/08/2009 στο Κανάλι 1, δήλωσε: «Το μέγα σκάνδαλο είναι ότι, επί κυβέρνησης Τζανετάκη, πήρε χρήματα και η αριστερά και δεν αντέδρασε. Ούτε ο Κύρκος αντέδρασε, ούτε οι επίγονοι του Φλωράκη.» «Άρα λοιπόν πρόκειται για μία διαφθορά όλου του πολιτικού συστήματος και δυστυχώς είναι μέσα και η αριστερά».
Ο Γιώργος Βότσης έγραψε την ίδια ημέρα στην Ελευθεροτυπία «…Η τότε “οικουμενική” κυβέρνηση του Ξεν. Ζολώτα απεφάσισε να ακυρώσει διεθνή διαγωνισμό για την ψηφιοποίηση του ΟΤΕ, που έβαινε προς προκλητικά χαριστική κατακύρωση στη “Ζήμενς” σε σύμπραξη με την Ιντρακόμ του Σωκ. Κόκκαλη και να προκηρύξει νέο. Και ξαφνικά παρενέβησαν από κοινού οι τρεις πολιτικοί ηγέτες (Αν. Παπανδρέου, Κ. Μητσοτάκης και Χ. Φλωράκης), ανέτρεψαν πραξικοπηματικά την κυβερνητική απόφαση και η κατακύρωση ολοκληρώθηκε. Ανεπιβεβαίωτες φήμες, που ουδέποτε διερευνήθηκαν, προσδιόριζαν τότε τη μίζα σε δύο δισ. δρχ. για το κομματικό ταμείο του ΠΑΣΟΚ, άλλα τόσα για τη Ν.Δ. και ένα δισ. για τον ενιαίο τότε Συνασπισμό. Ποια είναι η όλη αλήθεια, ο Θεός κι η ψυχή τους. Το απολύτως βέβαιο και εύγλωττο είναι το πολιτικά ομόθυμο αρχηγικό πραξικόπημα…»
Έκτοτε «αγνοείται η τύχη» του Περικλή Κοροβέση, που βέβαια δεν επανεξελέγη βουλευτής....»
Φυσικά και τα ξέρετε αυτά. 
Όλα αυτά όμως είναι «παρωνυχίδες»...
Αλλού είναι το ζουμί!
Τι ήταν αυτό που «εξανάγκασε» -τότε- το ΚΚΕ (που ήταν ο σημαντικότερος από τους εταίρους του τότε Συνασπισμού) να συμμετάσχει σε εκείνη την Ανίερη Μοιρασιά, συναινώντας ενεργά σε βλάβη του δημοσίου συμφέροντος? Τίποτε άλλο, πέρα από το κλείσιμο του κρουνού των «εμβασμάτων» του ΚΚΣΕ! Κι αν τολμούσε, σήμερα, το ΚΚΕ να ωθήσει τα πράγματα προς την κατεύθυνση μιας Ανατροπής, το βαθύ κράτος θα έσπευδε να δημοσιοποιήσει τις -γνωστές, για όσους θυμούνται- απαιτήσεις του Πούτιν για επιστροφή των χρημάτων αυτών. (Καλά, εσύ τρέχα να πουλήσεις κουπόνια....) Και φυσικά θα μπορούσε να ξεκινήσει (αν ήθελε το Σύστημα) όχι μόνο μια ολόκληρη δικαστική διαδικασία για συνεχές ξέπλυμα χρήματος (που έχει παραγραφεί η "αρχή" του, όχι όμως και το "τέλος" του) άλλα ακόμα και για... κατασκοπεία σε βάρος της χώρας! Και η λάσπη θα πήγαινε σύννεφο, διακοσμημένη με ψήγματα πραγματικών και αδιαμφισβήτητων γεγονότων...
(Κάτι ανάλογο, ως προς τις οικονομικές ανάγκες του, είχε γίνει και με τον άλλο πόλο του τότε Συνασπισμού, αλλά σε πολύ μικρότερο βαθμό: Η πτώση του καθεστώτος Τσαουσέσκου είχε ως αποτέλεσμα τον μηδενισμό των ρουμανικών «εμβασμάτων», τα οποία -με μεσολάβηση του «εθνικού εργολάβου μας»- είχαν συνδράμει αποφασιστικά στην μέχρι τότε επιβίωση του. Που χρειαζόταν επειγόντως ρευστό για την «αυτοτροφοδότησή» του...)
Μετά από αυτή τη διάβρωση του ΣΥΝΟΛΟΥ του πολιτικού συστήματος από το δίδυμο Ζημενς/Ιντρακομ, τελείωσε και κάθε, σχεδόν, δυνατότητα άσκησης «εθνικής πολιτικής». Βλέπετε, δεν ήταν μόνο οι Γερμανοί που... «κρατούσαν τους πάντες, με τους πάντες, μεταξύ τους», αλλά και οι Αμερικάνοι: Το FBI ήταν λεπτομερώς ενημερωμένο από τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ για τα τεκταινόμενα σε όλο τον κόσμο, προκειμένου να διαχειριστεί «ομοσπονδιακά αδικήματα» της Ζιμενς, από τη στιγμή που ήταν εισηγμένη στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης...(Της έριξαν, αν θυμάστε, και κάτι χοντρά πρόστιμα σε εξωδικαστικούς συμβιβασμούς και έστειλαν και το μήνυμα: «Ξέρουμε τα πάντα, για όλους σας»!)
Για όσους θυμούνται, ήταν τότε -επί "αχυρανθρώπου" Ζολώτα- που τελείωσε ο ουσιαστικός καταγγελτικός ρόλος του ΚΚΕ. Η χώρα, στη συνέχεια, θα κατακλεβόταν από -ξεδιάντροπους, πια- μιζαδόρους που δεν θα τηρούσαν ούτε καν τα προσχήματα. Και «Το Κόμμα», ανεξήγητα, θα σιωπούσε. (Διαβάσατε στον Ριζοσπάστη, ποτέ, για κάνα σκάνδαλο, ΠΡΙΝ αυτό «σκάσει» από άλλο ΜΜΕ;). Αντ' αυτού, ο Περισσός προτίμησε να κινηθεί μουλωχτά, να σερφάρει πάνω στο συστημικό κύμα, να παίζει επενδύοντας σε «μπαταρίες» και να δέχεται Καραμανλικά δωράκια με χειραγωγημένες μετοχές. Ξέρετε τι εννοώ... Για να φτάσουμε σε εκείνη την εξευτελιστική στιγμή όπου σύσσωμο το ΚΚΕ αποχωρούσε από τη Βουλή όταν επρόκειτο να συζητηθεί (και να «εκτονωθεί», μέσω μιας στημένης διαδικασίας) το σκάνδαλο από την πώληση του δικτύου «Γερμανός» στον ΟΤΕ. 
(Κι από 'κείνες τις αρχικές μπαταρίες, φτάσαμε σήμερα σε μπαταρίες ΝΑΤΟϊκών υποβρυχίων. Ένα τσιγάρο δρόμος, που λέγαμε παλιά...Με έναν υπόνομο από κάτω του που «μούλιαζε» τον κουμπαρά ακόμα και του Άκη, μπας και ξεπλυθεί...)
Κι εσείς περιμένετε από αυτό το Εκβιαζόμενο Συστημικό Συνεταιράκι να πει «ναι, ρε, έχουμε Κατοχή!» και να μπει μπροστάρης για την Ανατροπή?
Δ.Χ.