Τετάρτη 13 Ιουνίου 2012

Τι να ψηφίσω σύντροφε?


Λίγες μέρες πρίν τις “επαναλληπτικές” εκλογές και καθημερινά συζητώ με φίλους για το θέμα. Πάντα η ίδια ερώτηση, “Τώρα τι κάνουμε?”. Βεβαίως δεν έχω την απάντηση για κανέναν, ούτε καν για τον εαυτό μου. Αυτό που διαπιστώνω μετά λύπης μου όμως είναι πως κανένας πολιτικός σχηματισμός δε με εκφράζει. Και η χειρότερη διαπίστωση είναι πως κανείς από τους ανθρώπους με τους οποίους συζητώ δεν εκφράζεται επί της ουσίας από κανένα πολιτικό σχηματισμό ή ιδεολογία. Το πολιτικό σύστημα έχει φτάσει σε αδιέξοδο όχι γενικό και αόριστο, αλλά στο αδιέξοδο του να μην εξυπηρετεί πλέον τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου ούτε για τα μάτια του κόσμου.
Εντάξει αυτό το γνωρίζαμε από καιρό μιας και ο κόσμος το 'χε τούμπανο, ή μήπως λέμε οτι το γνωρίζαμε? Πολλά έχουν ειπωθεί και άλλα τόσα έχουν γραφτεί για το πολιτικό μας φαλημέντο και την ανάγκη αλλαγής και ανανέωσης. Αλλά ποιά είναι η πραγματική διάθεση γι αυτή την αναγκαία στροφή? Όλοι, ώς και αυτοί που μέχρι χτές έγλυφαν, σπεύδουν να κατακεραυνώσουν το “παλιό πολιτικό σύστημα” για την προδοτική του συμπεριφορά και τις πρακτικές τρομοκρατίας που αυτό εφαρμόζει, όλοι μιλούν για την ανάγκη εύρεσης νεας ελπίδας. Όμως στην αγωνιώδη αναζήτηση ελπίδας η “εναλλακτική” λύση φαίνεται εξίσου αποκαρδιωτική. Αποκαρδιωτική όχι γιατί ο πολιτικός λόγος του κυρίου Τσίπρα μου θυμίζει ΠαΣοΚ του '81, αλλά γιατί μου το θυμίζουν οι διαθέσεις των συμπολιτών μου.
Βλέπω καθημερινά ανθρώπους της ηλικίας μου, ανθρώπους που όχι με την αριστερά δεν είχαν ποτέ σχέση αλλά ούτε με την πολιτική γενικότερα, να σπεύδουν να πιάσουν πόστα στηρίζοντας το συνασπισμό της ριζοσπαστικής αριστεράς. Τους βλέπω να με κοιτάζουν στραβά και να προσποιούνται οτι δε με γνωρίζουν όταν δεν τους εκφράζω απερίφραστα και με ενθουσιασμό τη συμπαράστασή μου. Και είναι τόσοι πολλοί. Το βλέπω και μια απέραντη απογοήτευση με πλημυρίζει, μιας και αισθάνομαι πως οι νοοτροπίες, οι πεποιθήσεις και οι συμπεριφορές δεν έχουν αλλάξει στο ελάχιστο. Αισθάνομαι πως επι της ουσίας τίποτα δεν έχει αλλάξει στο ελάχιστο.
Από την άλλη πλευρά βλέπω ένα εξοντωτικό νομοθετικό σύμπλεγμα, επί του πρακτέου μη εφαρμόσιμο, να καλιεργεί εντατικά το αίσθημα της αδικίας. Ένα δημόσιο τομέα ο οποίος συμπεριφέρεται με τον πλέον αυταρχικό τρόπο και έναν ιδιωτικό να έχει ποτίσει από τον ίδιο αυταρχισμό, σε βαθμό που η συμπεριφορές αυτές να παγιώνονται στη συνείδηση του πολίτη ως απόλυτα φυσιολογικές. Βλέπω τους αποσυνάγωγους της κοινωνίας, όλους αυτούς που άτυπα βάζαμε στο περιθώριο, τους χαζούληδες της παρέας, να βρίσκουν θαλπωρή στο φασισμό και να ζητούν εκδίκηση για τη μεταχείριση που ως τώρα ετύγχαναν. Βλέπω τη βια και την κοινωνική αδικία να κλιμακώνονται και να τυφλώνουν ακόμα περισσότερο τους ανθρώπους, ασχέτως αν αυτό το βλέπουμε όλοι.
Φτάσαμε να συζητάμε ανοικτά το γεγονός οτι οι συνθήκες αυτές είναι οι πλέον κατάλληλες για τη δημιουργία μιας χούντας ή ακόμα και ενός εμφυλίου. Δεν έχω ιδέα αν στο τέλος θα καταλήξουμε κάπως έτσι, όμως μια ενδεχόμενη χούντα δεν θα έχει το στρατό για βιτρίνα, θα είναι κατ' ευθείαν αστυνομική και ένας οποιοσδήποτε εμφύλιος θα είναι πολύ αιματηρός μιας και ποτέ στη σύγχρονη ιστορία μας δε λύσαμε ως έθνος τις κοινωνικές μας διαφορές. Μπορεί μέχρι τώρα να επαναπαυτήκαμε ικανοποιητικά με διαφόρων ειδών θεωρίες τύπου κοινωνικής συμφιλίωσης, όμως το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση κάθε προβλήματος είναι πάντα η παραδοχή του. Αυτή την παραδοχή δεν βλέπω και αυτό είναι που με κάνει να δείχνω τόσο απαισιόδοξος. Το μόνο σίγουρο είναι οτι δεν υπάρχει περίπτωση να ξυπνήσω ένα πρωί και ως δια μαγείας οι προβληματισμοί μου να έχουν εξαφανιστεί.
Θέμης Αγγελόπουλος